Σε μια έρευνα του περιοδικού «The Face» σε δείγμα 300 νέων ανθρώπων, το 67% των ερωτηθέντων απάντησαν πως δύο χρόνια μετά τις σκληρές καραντίνες, νοσταλγούν αυτή την περίοδο όπου όλοι: «μπορούσαμε να εστιάσουμε στα πράγματα που μας αρέσει πραγματικά να κάνουμε».
Είμαι ένας από αυτούς. Έμεινα μέσα στο σπίτι 40 ακριβώς ημέρες. Εργαζόμουν από τον υπολογιστή έβγαινα μόνο για περπάτημα ή τα αναγκαία του σούπερ μάρκετ και - απίστευτο - δεν έπληξα καθόλου.
Η δική μου εξήγηση ήταν εύκολη: ΕΙΧΑΜΕ ΧΡΟΝΟ. Ήταν όλος δικός μας, δεν τον χάναμε στους δρόμους σε μετακινήσεις ή αλλού, δεν είχαμε κανέναν πάνω από το κεφάλι μας, μπορούσαμε να επιλέξουμε τι θα δούμε, είχαμε χρόνο να διαβάσουμε, δεν μας κυνηγούσαν έγνοιες, τίποτα δεν μας πίεζε.
Στην εν λόγω έρευνα, υπήρξαν φυσικά διάφορες απαντήσεις: πολλοί είπαν πως συνειδητοποίησαν πράγματα για τη ζωή τους και τον εαυτό τους. Άλλοι, ανέφεραν πως η πνευματική τους κατάσταση βελτιώθηκε γιατί επιτέλους απέκτησαν την δυνατότητα να γυμνάζονται σπίτι. Μερικοί είπαν ότι απέκτησαν νέους καλούς φίλους που γνώρισαν κατά τη διάρκεια των περιπάτων ή στα social media.
Εγώ λέω πως πίσω από όλα αυτά είναι πάντα ο χρόνος. Ο δικός σου χρόνος. Που - προσοχή εδώ - όταν τον έχεις πρέπει να ξέρεις και τι να τον κάνεις. Γιατί κατά την γνώμη μου, αυτοί που ήξεραν τι να τον κάνουν πέρασαν καλά στην καραντίνα και τώρα την νοσταλγούν, ενώ όσοι ενώ είχαν χρόνο δεν ήξεραν τι να τον κάνουν, δυσκολεύτηκαν ψυχολογικά και ουσιαστικά, μη μπορώντας να διαχειριστούν ακόμη και την συμβίωση με τους δικούς τους...