Για την Ελλάδα, η Γεωργία είναι ένας απο τους βασικούς πυλώνες της Οικονομίας. Η συμμετοχή του Πρωτογενούς Τομέα ανέρχεται στο 6,5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προιόντος (έναντι 3,5% της Ε.Ε). Στην απασχόληση, η συμμετοχή της Γεωργίας είναι 463.850 άτομα. Εάν σε αυτά προστεθούν και τα 120.000 περίπου που εργάζονται στη μεταποίηση των αγροτικών προïόντων, ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων υπερβαίνει το 15% έναντι 6,6% του μέσου όρου στην Ε.Ε.
Όμως η διατήρηση ή και η αύξηση της συνεισφοράς του Αγροτικού Τομέα στην Ελληνική Οικονομία για τα επόμενα χρόνια προϋποθέτει την ανάληψη σημαντικών προσπαθειών για τον εκσυγχρονισμό του. Οι προτάσεις όμως για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα πρέπει πρωτίστως να βασίζονται στην ορθολογική καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης σε σχέση με τις προκλήσεις που αναφέρονται σε χρόνια προβλήματα και αδυναμίες της Ελληνικής Γεωργίας.
Οι σημαντικότερες από αυτές αφορούν:
α) Τον κατακερματισμό του αγροτικού κλήρου. Το 77,3% των εκμεταλλεύσεων είναι μικρότερες των 50 στρ και μόνο το 36% της αγροτικής γής ανήκει στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες
β) Ηλιακή γήρανση των αγροτών. Το 61% των αρχηγών των αγροτικών εκμεταλλεύσεων είναι άνω των 55 ετών.
γ) Κλιματική αλλαγή. Επιφέρει ιδιαίτερες καταστροφές στη Γεωργία (πρόσφατες οι μεγάλες ζημιές στη Θεσσαλία) και θα επιβάλλει αναδιάρθρωση των καλλιεργειών.
δ) Αγροτική βιοποικιλότητα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το σημαντικότερο μέρος της πλούσιας βιοποικιλότητας δεν έχει εγγραφεί στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών των καλλιεργουμένων ειδών με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η αξιοποίηση της. Σήμερα βασιζόμαστε ως χώρα σε μεγάλο βαθμό στη χρήση εισαγόμενου πολλαπλασιαστικού υλικού.
ε) Η έλλειψη καθετοποίησης της παραγωγής. Ενδεικτικό του ελλείμματος είναι ότι μόνο το 25% του ελαιολάδου πωλείται συσκευασμένο με ετικέτα, σε αντίθεση με την Ιταλία (80%) και την Ισπανία 50%.
στ) Θεσμοθέτηση και δημιουργία νέας μορφής συνεργατικών σχημάτων. Αυτή αναμένεται να αντιμετωπίσει χρόνιες αδυναμίες όπως τον μικρό και πολυτεμαχισμένο κλήρο με την ενθάρρυνση σύμπραξης ετερόκλητων ομάδων ιδιοκτητών για μείωση κόστους με στόχο την αύξηση της παραγωγής και την διοχέτευση της με πιστοποιημένο τρόπο ωστε τελικά να έχει καλύτερες συνθήκες πώλησης. Φυσικά και ο αναδασμός είναι ενα πολύτιμο εργαλείο που κάποιες περιοχές το έχουν αξιοποιήσει πριν πολλά χρόνια.
ζ) Διασύνδεση της Γεωργίας με τον Τουρισμό. Η σύνδεση αυτή μπορεί να γίνει σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά το αγροτικό τοπίο και τη σημαντική του συμβολή στη διαμόρφωση του αγροτικού προιόντος. Το δεύτερο αναφέρεται στην εμπλοκή των αγροτικών προιόντων στην τοπική παραδοσιακή γαστρονομία με την ανάδειξη της ιστορίας, των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και των ωφελειών που παρέχουν για την υγεία.
Αρνητικοί παράγοντες στην ανάπτυξη της Γεωργίας μπορούν να θεωρηθούν η υψηλή εξάρτηση από επιδοτήσεις (το 54% του γεωργικού εισοδήματος προέρχεται απο αυτές), η περιορισμένη ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, ο γηρασμένος εξοπλισμός των αγροτικών μηχανημάτων και το χαμηλό ποσοστό εκπαίδευσης του αγροτικού κόσμου αφού μόνο το 6,8% του συνόλου των είναι ο μέσος όρος της Ε.Ε.
Αν τα πιο πάνω είναι σημαντικά θέματα ας έλθουμε λίγο και στα τρέχοντα ζητήματα που ταλαιπωρούν τον Έλληνα αγρότη. Το μεγάλο κόστος παραγωγής λόγω αύξησης της ενέργειας και των λιπασμάτων σε συνδυασμό με τις χαμηλές αποδόσεις των φυτών λόγω ξηρασίας αλλά και της κλιματικής αλλαγής αποθαρρύνει πολλούς να δραστηριοποιούνται. Επίσης, ο σημερινός αγρότης έχει παρόμοιο κόστος διαβίωσης με τον μικροαστικό πληθυσμό και, συνεπώς, το διαθέσιμο εισόδημα είναι ιδιαίτερα περιορισμένο.
Αν το γενικότερο περιβάλλον στη Γεωργία είναι αρνητικό, κατά τη γνώμη μου υπάρχουν τρεις επιλογές για τον αγρότη. Πρώτη να αυξήσει τον κλήρο ή την κτηνοτροφική του μονάδα. Δεύτερη να συνδέσει πρωτογενή τομέα με καθετοποίηση της παραγωγής ή και συνδυασμό με αλλες δραστηριότητες (τουριστικές κλπ). Τρίτη να συνεργαστεί με άλλους παραγωγούς, να αυξήσουν την παραγωγή, να μειώσουν το κόστος και να πωλούν απο κοινού τα προιόντα τους.
Φυσικά το Κράτος έχει μεγάλη ευθύνη για την υφιστάμενη κατάσταση. Γραφειοκρατία, αργή εξυπηρέτηση, επικεντρωμένη σε βραχυπρόθεσμα μέτρα, καθυστερώντας στην υλοποίηση μεγάλων έργων (είτε αυτά είναι προστασία απο πλημμύρες, είτε αρδευτικά, είτε έργα υποδομών). Στις πιο πάνω δυσκολίες πρέπει να προσθέσουμε και τις αποφάσεις της Ε.Ε που έχουν αναστατώσει τους αγρότες όλης της Ευρώπης.
Αναμφισβήτητα τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα επιλύονται πιο εύκολα, αλλά αν δεν αντιμετωπισθούν και αυτά έγκαιρα αυξάνουν το κόστος της οικονομίας και δημιουργούν συνθήκες σύγκρουσης μεταξύ και κοινωνικών ομάδων. Τα μακροπρόθεσμα προβλήματα απαιτούν σοβαρή μελέτη, σχεδιασμό και γρήγορη υλοποίηση. Επίσης, ανάλογα με την γεωμορφολογία των περιοχών, άλλες επεμβάσεις απαιτούνται στις πεδινές περιοχές (ανάπτυξη κυρίως της Γεωργίας) και άλλες στις ημιορεινές-ορεινές που πρέπει να συνδυάσουν πρωτογενή και άλλους τομείς (σφαιρική ανάπτυξη).
Προτάσεις και μελέτες για την ανάπτυξη της Γεωργίας έχουν κατατεθεί εδώ και δεκαετίες. Γιατί δεν υλοποιούνται; Επίσης υπάρχουν τόσα υποδείγματα ανάπτυξης άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Το αγροτικό επάγγελμα είναι δύσκολο κι αν δεν βελτιωθούν οι συνθήκες ούτε τρόφιμα θα υπάρξουν, ενώ θα αυξηθεί η εξάρτηση από άλλες χώρες.
Πρότασή μου προς τον αγροτικό κόσμο είναι: α) Η ομαδική προσπάθεια, που πρέπει να ενισχυθεί με κατάλληλη εκπαίδευση β) Συνεχής ενημέρωση και τόλμη σε πρωτοβουλίες που αξίζουν τον κόπο.
* Ο Αλέξανδρος Τυροβολάς είναι συνταξιούχος Γεωπόνος ΑΤΕ