
Συνεχίζεται το ράλι στην τιμή της βενζίνης που ξεπέρασε πλέον το «ψυχολογικό» φράγμα των 2 ευρώ πανελλαδικά, ενώ έντονος είναι προβληματισμός για την πορεία των τιμών των καυσίμων ενόψει του χειμώνα που έρχεται.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων η μέση τιμή της απλής αμόλυβδης συνολικά στη χώρα, διαμορφώθηκε τη Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου στα 2,002 ευρώ το λίτρο, στον νομό Αττικής στο 1,967 ευρώ το λίτρο, στη Θεσσαλονίκη στα 1,965 ευρώ το λίτρο, ενώ η υψηλότερη τιμή καταγράφηκε στον νομό Κυκλάδων με 2,249 ευρώ το λίτρο.
Πέραν των επιβαρύνσεων που έχει η υψηλή της βενζίνης για τους οδηγούς στις καθημερινές τους μετακινήσεις το άλλο μεγάλο ζήτημα που προκύπτει είναι οι αλυσιδωτές επιπτώσεις που φέρνει στην αγορά, η αυξημένη τιμή του πετρελαίου κίνησης που οδεύει πλέον στο 1.80 ευρώ το λίτρο.
Όπως εξηγεί ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος, Μιχάλης Κιούσης, οι ανατιμήσεις στα καύσιμα δεν έχουν επιπτώσεις μόνο στα προϊόντα που παράγονται από πετρέλαιο αλλά και σε μία σειρά από προϊόντα των οποίων η τιμή επηρεάζεται από την άνοδο του μεταφορικού κόστος. Ο κίνδυνος να υπάρξει το επόμενο διάστημα μετακύληση των αυξήσεων των καυσίμων στην τιμή τους είναι πιθανός, όσο μάλιστα συνεχίζουν να παραμένουν σε ανοδική τροχιά.
Ο προβληματισμός γίνεται ακόμη πιο έντονος ενόψει και της έναρξης της διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης στις 15 Οκτωβρίου, δηλαδή σε περίπου έναν μήνα. Με δεδομένη την υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά των καυσίμων και χωρίς να διαφαίνεται έως τώρα τάση αποκλιμάκωσης, αυξάνεται η ανησυχία για την πορεία των τιμών για τη θέρμανση του χειμώνα.
«Εάν υποθετικά, με βάση τις σημερινές τιμές, ξεκινούσε αύριο η διάθεση του πετρελαίου θέρμανσης η τιμή θα διαμορφωνόταν περί τα 1,55 ευρώ το λίτρο» σημειώνει ο κ. Κιούσης. Εξηγεί μάλιστα ότι αντίστοιχα δύσκολη κατάσταση, με τις τιμές των καυσίμων, είχε διαμορφωθεί και πέρσι την ίδια περίοδο, ωστόσο η εικόνα βελτιώθηκε στη συνέχεια κατά την έναρξη της διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης, λόγω των επιδοτήσεων από πλευράς κυβέρνησης αλλά και των εκπτώσεων στις οποίες προχώρησαν οι εταιρείες. Μέχρι τώρα ωστόσο, σημειώνει, παραμένει ερωτηματικό ποια είναι τα περιθώρια για να υπάρξουν αντίστοιχες κινήσεις που θα ελαφρύνουν την επιβάρυνση των καταναλωτών.