
«Ας αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να κρίνει τη συγκεκριμένη υπόθεση στις διαστάσεις που πραγματικά έχει», τονίζουν σε κοινή τους δήλωση προς τον «Λακωνικό Τύπο», Χρήστος Πλειώτας και Γιώργος Μητσάκος, συνήγοροι υπεράσπισης των δύο νεαρών που κατηγορούνται στην υπόθεση απαγωγής και ξυλοδαρμού ανηλίκου στη Μάνη. Όπως υπογραμμίζουν, «σώφρονα στάση, είναι αυτή που υπηρετεί τη σύνεση, το μέτρο και την εμπέδωση της έννοιας της αναλογικότητας μεταξύ ποινής και ενοχής».
Αναλυτικά, η κοινή δήλωση των δύο συνηγόρων υπεράσπισης:
«Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων κατά των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη για αρπαγή από κοινού σε βάρος ανηλίκου, επικίνδυνη σωματική βλάβη ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση κατά τού πρώτου εξ αυτών, συνέργεια στη 2η πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά του 2ου εξ αυτών, απόπειρα παράνομης βίας από κοινού σε βάρος ανηλίκου, απλή σωματική βλάβη σε βάρος ανηλίκου και απειλή σε βάρος ανηλίκου, θέλουμε, τόσο εγώ, ο Χρήστος Πλειώτας, δικηγόρος του Πρωτοδικείου Σπάρτης όσο και ο έτερος έγκριτος συνάδελφός μου, Γεώργιος Μητσάκος, δικηγόρος στο Πρωτοδικείο Γυθείου, προς αποκατάσταση της αλήθειας, να αναφέρουμε τα εξής:
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το περιστατικό τής 15ης Μαΐου 2024 ήταν καθόλα δυσάρεστο και είχε μια μοναδικότητα που ευλόγως απασχόλησε την κοινή γνώμη. Από το σημείο όμως αυτό έως το σημείο να δοθούν διαστάσεις που τυγχάνουν πλήρως διαστρεβλωτικές της αλήθειας, η απόσταση είναι τόσο μεγάλη όσος και ο κίνδυνος που ελλοχεύει να προκληθεί κοινωνική αναταραχή, από αυτούς που επενδύουν -με κραυγές- στην υπερβολή και τις αναλήθειες. Οφείλουμε ως συνήγοροι υπεράσπισης δύο νεαρών κατηγορουμένων να επισημάνουμε τα εξής:
1.Η ανάκριση διήρκεσε επτά ολόκληρες ώρες και εξετυλίχθη με την πρέπουσα σοβαρότητα που εγγυήθηκε η αμεροληψία δύο έγκριτων δικαστικών λειτουργών, ενός ανακριτού και μίας εισαγγελέως.
2.Η ποινική δίωξη αναφέρεται σε μία κακουργηματική πράξη η οποία απειλείται από τον νόμο, με ποινή καθείρξεως έως 10 ετών. Άρα, για όσους γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν στοιχειωδώς νομικά, δεν μπορούσαν ποτέ, ανακριτής και εισαγγελέας, να επιβάλουν σε βάρος των κατηγορουμένων, το έσχατο μέσο δικονομικού καταναγκασμού που είναι η προσωρινή τους κράτηση, από τη στιγμή που έχουν λευκό ποινικό μητρώο και δεν έχουν καταδικαστεί σε ομοειδείς αξιόποινες πράξεις. Πολύ απλά, διότι αυτό δεν το επιτρέπει η νομοθεσία μας -και συγκεκριμένα το άρθρο 286 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ).
3.Ανακριτής και εισαγγελέας, επέβαλαν -ως όφειλαν- στους κατηγορούμενους, προς επίτευξη των σκοπών που ορίζει ο νόμος και συγκεκριμένα το άρθρο 282 τού ΚΠΔ, ήτοι, προς εξασφάλιση της παρουσίας τους στο ποινικό ακροατήριο, στο δικαστήριο δηλαδή, όταν αυτό γίνει, και προς αποτροπή τέλεσης εκ μέρους τους νέων αδικημάτων, ευρύτατους περιοριστικούς όρους απαγόρευσης εξόδου τους από τη χώρα, εμφάνισής τους δύο φορές κάθε μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα του τόπου κατοικίας τους, απαγόρευση προσέγγισης τού ανηλίκου, καθώς επίσης και εγγυοδοσία ύψους 5.000 ευρώ στον πρώτο και 3.000 ευρώ στον δεύτερο. Ουδέν πέραν αυτών όφειλαν να πράξουν.
4.Η ανάκριση, ως διαδικασία, οφείλουν οι πάντες να γνωρίζουν ότι είναι εξελισσόμενη και διαρκώς ζέουσα. Αυτό σημαίνει πως αν προκύψει τυχόν νέο στοιχείο που θα επιτρέψει στον ανακριτή να ασκήσει συμπληρωματική δίωξη για κάτι διαφορετικό από αυτήν που άσκησε μέχρι σήμερα, τότε εκ νέου θα κληθούν άπαντες να δώσουν τις εξηγήσεις τους. Έως τότε όμως, διάφοροι ανευθυνο-υπεύθυνοι, που προεξοφλούν χωρίς την παραμικρή επιστημονική τεκμηρίωση, τη φύση και τον χαρακτήρα μιας επικίνδυνης -κατά το σημερινό κατηγορητήριο- σωματικής βλάβης, ως βαριάς σκοπούμενης, φρόνιμο είναι να σιωπάσουν, διότι εκτίθενται.
5.Το όλο περιστατικό, ήταν μεμονωμένο. Και εξετυλίχθη μεταξύ δύο νεαρών ενηλίκων και ενός ανηλίκου που είχε συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας του, χωρίς να φέρει ίχνος ρατσιστικών χαρακτηριστικών. Το μέλλον είναι πάντοτε παρόν και θα δείξει ότι το συγκεκριμένο περιστατικό, ως μεμονωμένο, έκλεισε οριστικά και αμετάκλητα. Οι κατηγορούμενοι ευθέως εξέφρασαν από την πρώτη στιγμή τη συγγνώμη τους και την ειλικρινή μεταμέλειά τους και, βεβαίως, είναι πρόθυμοι να αναλάβουν τις όποιες περαιτέρω ευθύνες που τους αναλογούν.
Οι συνήγοροι υπεράσπισής τους στέκονται με απόλυτη συμπάθεια -από την πρώτη στιγμή και θα συνεχίσουν να το πράττουν- και κατανόηση, απέναντι στον τραυματισθέντα ανήλικο και τους γονείς του. Και θα ενισχύσουν -εφόσον τους επιτραπεί- κάθε προσπάθεια πλήρους αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των εμπλεκομένων μερών.
Κλείνοντας, θέλουμε να τονίσουμε και τα εξής:
Ο μαξιμαλισμός είναι ένα επικίνδυνο φαινόμενο στον χώρο τού Ποινικού Δικαίου. Σώφρονα στάση, είναι αυτή που υπηρετεί τη σύνεση, το μέτρο και την εμπέδωση της έννοιας της αναλογικότητας μεταξύ ποινής και ενοχής. Η Δικαιοσύνη, κόντρα στην εξωθεσμική πίεση που εδέχθη, να προφυλακίσει -παρά τον νόμο- δύο νεαρούς κατηγορούμενους -και όχι ενόχους- αντέλεξε, άντεξε και ερμήνευσε ορθά τον νόμο κι απέδειξε ότι υπηρετεί την κοινή λογική, με αρχές, αξίες και σταθμά, που έχουν ως επίκεντρο την ουσιαστική αναζήτηση της αλήθειας.
Αυτά προς το παρόν. Ας αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να κρίνει τη συγκεκριμένη υπόθεση στις διαστάσεις που πραγματικά έχει. Παρεμπιπτόντως, το ότι καθίσταται κατηγορούμενος ένας άνθρωπος για μια σειρά ποινικών αδικημάτων, δεν σημαίνει ότι στην πορεία προς το ακροατήριο, οι κατηγορίες παραμένουν ως έχουν.»