Την άμεση αποζημίωση των ελαιοπαραγωγών της χώρας, λόγω της δραστικής μείωσης της παραγωγής εξαιτίας της ανομβρίας ζητά με παρέμβασή της στη Βουλή, η βουλευτής Λακωνίας με το ΠΑΣΟΚ–Κίνημα Αλλαγής, Νάγια Γρηγοράκου. Στην ερώτηση -που απευθύνεται στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστα Τσιάρα, και συνυπογράφεται από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας (ΚΟ) του ΠΑΣΟΚ- αναφέρεται ότι τα ελαιόδεντρα στην ελληνική επικράτεια καταλαμβάνουν έκταση περίπου 8 εκατ. στρεμμάτων, μακράν τα περισσότερα στρέμματα από οποιαδήποτε άλλη καλλιέργεια. Παράλληλα, τα ελαιοκομικά προϊόντα συμβάλλουν τα μέγιστα στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, δεδομένου ότι οι εξαγωγές ελαιόλαδου εισφέρουν έσοδα στο κράτος πάνω από ένα 1 δισεκ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από τις βρώσιμες ελιές ανέρχονται περίπου στα 600 εκατ. ευρώ, με έτος αναφοράς το 2023 και πηγή ΚΕΠΕ.
Επιπλέον, η βουλευτής Λακωνίας επισημαίνει ότι, παρά τη σημαντική συμβολή της ελαιοκαλλιέργειας στην ελληνική οικονομία, ως καλλιέργεια εισπράττει από την ΚΑΠ τα λιγότερα χρήματα συγκριτικά με άλλες καθώς δεν συμπεριλαμβάνεται στις συνδεδεμένες ενισχύσεις και αποζημιώνεται μόλις κατά το ¼ των εισφορών παραγωγών από τον ΕΛΓΑ.
Η Νάγια Γρηγοράκου τονίζει ότι η Ελληνική Πολιτεία έχει αφήσει τους ελαιοπαραγωγούς απροστάτευτους, καθώς λόγω της μη τροποποίησης και εκσυγχρονισμού τού κανονισμού λειτουργίας του ΕΛΓΑ, δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη για τη διεύρυνση των ασφαλιστικών καλύψεων που προκαλούνται από τις έκτακτες κλιματικές μεταβολές για τις καταστροφές σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, μεταξύ των οποίων είναι και η απώλεια παραγωγής του ελαιόκαρπου. Τα παραπάνω, έχουν ως συνέπεια να καθίσταται αδύνατη τόσο η αποζημίωση των παραγωγών όσο και η συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο η βουλευτής Λακωνίας ρωτά τον αρμόδιο υπουργό:
«-Πώς και πότε προτίθεσθε να αποζημιώσετε τους ελαιοπαραγωγούς της χώρας που έχουν πληγεί από τη μείωση της παραγωγής, λόγω του φαινομένου των έκτακτων κλιματικών μεταβολών, προκειμένου να καταστεί εφικτή η συνέχιση της παραγωγικής τους διαδικασίας;
-Υπάρχει προγραμματισμός για την κατασκευή νέων αλλά και τη συντήρηση των παλαιών εγγειοβελτιωτικών έργων για την άρδευση των ελαιώνων με σκοπό την αντιμετώπιση των έκτακτων συνεπειών της κλιματικής κρίσης και κατ’ επέκταση τη διατήρηση και την αύξηση της καρποφορίας των ελαιόδεντρων;
-Σκοπεύετε να προβείτε επιτέλους στον εκσυγχρονισμό του ΕΛΓΑ με σκοπό να περιλαμβάνει τη διεύρυνση των ασφαλιστικών καλύψεων για τις καταστροφές που προκαλούνται από τις έκτακτες κλιματικές μεταβολές σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, μεταξύ των οποίων είναι: η απώλεια παραγωγής στην ελιά είτε από μικροκαρπία είτε από ακαρπία των καρποφόρων δέντρων;
-Προτίθεσθε να αναλάβετε πρωτοβουλία για την εκπόνηση μελέτης και κατάθεσης φακέλου επιστημονικά τεκμηριωμένου που να αφορά τη μείωση της παραγωγής ελιάς λόγω της ανομβρίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση;
-Προτίθεσθε να προβείτε στην αναθεώρηση του τρέχοντος ΣΣ και στην αύξηση της βασικής ενίσχυσης στην ελαιοκαλλιέργεια;
-Ποιες είναι οι θέσεις της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για την ενίσχυση της ελαιοκαλλιέργειας στο πλαίσιο της αναθεώρησης της ΚΑΠ της επομένης προγραμματικής περιόδου;»
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης με θέμα «Άμεση αποζημίωση των ελαιοπαραγωγών λόγω της δραστικής μείωσης της παραγωγής εξαιτίας της ανομβρίας»
«Οι ολοένα αυξανόμενες επιπτώσεις των έκτακτων κλιματικών μεταβολών (ανομβρία) έχουν αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμα τους στην ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία. Η παρατεταμένη ανομβρία σε συνδυασμό με τους διαρκείς και ασυνήθιστους καύσωνες έχουν προκαλέσει αφυδάτωση των καρπών, μικροκαρπία και ακαρπία στις ελιές, με τεράστιες καταστροφές στην παραγωγή σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Παρά το γεγονός ότι στους περισσότερους ελαιώνες έχουν γίνει οι ενδεδειγμένες καλλιεργητικές εργασίες, η απώλεια παραγωγής λόγω χαμηλής περιεκτικότητας λίγο πριν τη συγκομιδή του ελαιόκαρπου φαίνεται να είναι μεγάλη, με τους ελαιοπαραγωγούς να βρίσκονται κυριολεκτικά σε απόγνωση καθώς βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο αφανισμού του εισοδήματος τους.
Όπως είναι γνωστό τα ελαιόδεντρα στην ελληνική επικράτεια καταλαμβάνουν έκταση περίπου 8 εκατ. στρεμμάτων, μακράν τα περισσότερα στρέμματα από οποιαδήποτε άλλη καλλιέργεια. Παράλληλα, τα ελαιοκομικά προϊόντα συμβάλλουν τα μέγιστα στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, δεδομένου ότι οι εξαγωγές ελαιόλαδου εισφέρουν έσοδα στο κράτος πάνω από ένα 1 δισεκ. ευρώ ενώ τα έσοδα από τις βρώσιμες ελιές ανέρχονται περίπου στα 600 εκατ. ευρώ (έτος αναφοράς 2023, πηγή: ΚΕΠΕ)
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι, παρά τη σημαντική συμβολή της ελαιοκαλλιέργειας στην ελληνική οικονομία, ως καλλιέργεια εισπράττει από την ΚΑΠ τα λιγότερα χρήματα συγκριτικά με άλλες καθώς δε συμπεριλαμβάνεται στις συνδεδεμένες ενισχύσεις και αποζημιώνεται μόλις κατά το ¼ των εισφορών παραγωγών από τον ΕΛΓΑ.
Επιπλέον, αξίζει ακόμα να τονιστεί ότι, η Ελληνική Πολιτεία έχει αφήσει τους ελαιοπαραγωγούς απροστάτευτους καθώς λόγω της μη τροποποίησης και εκσυγχρονισμού του κανονισμού λειτουργίας του ΕΛΓΑ, δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη για τη διεύρυνση των ασφαλιστικών καλύψεων που προκαλούνται από τις έκτακτες κλιματικές μεταβολές για τις καταστροφές σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, μεταξύ των οποίων είναι και η απώλεια παραγωγής του ελαιόκαρπου. Τα παραπάνω, έχουν ως συνέπεια να καθίσταται αδύνατη τόσο η αποζημίωση των παραγωγών όσο και η συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας.
Η ελιά είναι το εθνικό μας προϊόν και γι’ αυτό το λόγο έχει πρωτεύουσα ιστορική και οικονομική σημασία για τη χώρα μας. Το εισόδημα των ελαιοκαλλιεργητών δεν μπορεί να αναπληρωθεί με κάποιον άλλο τρόπο χωρίς τη συνδρομή του Κράτους ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ελαιοκομική παραγωγή συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη ο εκσυγχρονισμός του ΕΛΓΑ προκειμένου να περιλαμβάνει τη διεύρυνση των ασφαλιστικών καλύψεων για τις καταστροφές σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο που προκαλούνται από τις έκτακτες κλιματικές μεταβολές, οι οποίες έχουν πλέον ξεπεράσει τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Είναι γνωστό ότι στην ελαιοκαλλιέργεια υπάρχει το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας γεγονός που συνεπάγεται τη μη σταθερότητα του εισοδήματος του ελαιοπαραγωγού».